Σχετικά με την εφαρμογή στα οδοντιατρεία της 04/2012 αγορανομικής διάταξης (αριθμ. Α2-1145, ΦΕΚ 3313 Β/12.12.2012), σας γνωρίζουμε τα εξής:
Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 1 της άνω αγορανομικής διάταξης «οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών αναγράφουν σε εμφανές σημείο του τηρούμενου τιμοκαταλόγου, με κεφαλαία γράμματα, ίδιου μεγέθους με τις τιμολογούμενες υπηρεσίες, την ένδειξη: «Ο ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΝΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ ΕΑΝ ΔΕΝ ΛΑΒΕΙ ΤΟ ΝΟΜΙΜΟ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ (ΑΠΟΔΕΙΞΗ-ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ)» κι εφόσον ο τιμοκατάλογος τηρείται και στην αγγλική γλώσσα και την ένδειξη: «CONSUMER IS NOT OBLIGED TO PAY IF THE NOTICE OF PAYMENT HAS NOT BEEN RECEIVED (RECEIPT-INVOICE)».»
Τα οδοντιατρεία, που αποτελούν φορείς παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, κατά κανόνα δεν διατηρούν έντυπο τιμοκατάλογο, αφού ο καθορισμός της οδοντιατρικής αμοιβής (στην οποία περιλαμβάνονται και η αξία κάθε φύσης υλικών και οι αμοιβές τρίτων) γίνεται ανά πράξη και περίπτωση, με ελεύθερη συμφωνία οδοντιάτρου και ασθενούς. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, δεν έχει εφαρμογή η άνω διάταξη.
Στην περίπτωση όμως, που στο οδοντιατρείο τηρείται τιμοκατάλογος, όπου αναγράφεται κάθε εκτελούμενη οδοντιατρική πράξη και έναντι αυτής η αμοιβή του οδοντίατρου, πρέπει, με βάση την διατύπωση της άνω διάταξης, να αναγράφεται η προαναφερόμενη ένδειξη σε εμφανές σημείο του τηρούμενου τιμοκαταλόγου, με κεφαλαία γράμματα, ιδίου μεγέθους με τις τιμολογούμενες υπηρεσίες